Η ΕΙΣΒΟΛΗ ΤΟΥ ΧΑΜΗΛ ΜΠΑΤΑΡ
Η φράση “ΧΑΜΗΛ ΜΠΑΤΑΡ” που βρήκε ξαφνικά στην οθόνη του κινητού του τον προβλημάτισε. Δεν ήθελε όμως να μας δείξει ότι δεν ήξερε τι να κάνει ενώ ντρέπονταν και να μας ρωτήσει. Ώσπου μετά απο κάποιες μέρες, όπου η φράση αυτή του έγινε εφιάλτης και έβγαινε συνέχεια στο κινητό του, αναγκάστηκε να μου ζητήσει, ντροπαλά, βοήθεια:
–Ρε φίλε τι είναι αυτό που βγαίνει στο κινητό μου; Ποιός ειναι αυτός ο Χαμήλ Μπατάρ; Εγώ δεν έχω σχέση με Άραβες…
Γέλασα. Γέλασε κι΄αυτός… Του εξήγησα οτι σημαίνει “Χαμηλή Μπαταρία” και ότι έπρεπε να φροντίζει κάθε μέρα. Να την φορτίζει.
Ο κυρ Χρήστος 75 ετών, συνταξιούχος της χωροφυλακής, δεν έχει καμία επαφή με την εισβολή της νέας τεχνολογίας. Του χάρισαν ένα καρτοκινητό και από τότε… άλλαξε η ζωή του. Αγχώνεται το πρωί για να διαπιστώσει αν είναι εντάξει, το ξεχνάει και δεν ξέρει που το έχει βάλει, δεν ξέρει πόσες μονάδες ομιλίας απομένουν, δεν ξέρει να παίρνει τηλέφωνο, δεν ακούει καλά όταν του τηλεφωνούν.
Ο κυρ Χρήστος μπορεί να ζει δίπλα μας, να κινείται στην πολυκατοικία μας, να ειναι ένας συγγενής μας.
Ένας απο τους ανθρώπους που βασανίζεται απο τη νέα τεχνολογία, που υποφέρει αλλά αναγκάζεται να συμφιλιωθεί. Όπως κάνουν χιλιάδες άλλοι συμπολίτες μας προκειμένου να επιβιώσουν, να συνεχίσουν τη δουλειά τους στα νέα δεδομένα. Πολλοί χρησιμοποιούν τον ηλεκτρονικό υπολογιστή απο ανάγκη. Και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να συνηθίσουν με αυτή την ιδέα. Μέσα τους αγανακτούν αλλά το ανέχονται. Γιατί έτσι πρέπει.
Το περιστατικό με τον Χαμήλ Μπατάρ ειναι αληθινό. Όπως αληθινό είναι το παπάκι που ζωγράφισε (και μάλιστα με τέσσερα πόδια) ένας γνωστός όταν του είπα να γράψει την
ηλεκτρονική μου διεύθυνση. Πολλές ειναι οι καθημερινές ιστορίες ηλεκτρονικής τρέλας. Ιστορίες που δείχνουν ότι έχουμε υποταχθεί στην τεχνολογική επανάσταση σε βάρος των συναισθημάτων, της ανθρώπινης προσέγγισης. Τα χρόνια πολλά, πλέον, τα λέμε με το κινητό και τα σ ΄αγαπώ με e-mail. Δικαιολογημένα λοιπόν ο κυρ Χρήστος να μην ξεχάσει ποτέ τον Χαμήλ Μπατάρ και την παρέα του… (απο το “ΟΡΦΕΩΣ 2″ – εκδόσεις Άγκυρα).
————————————————————————————————————————
ΚΩΔΙΚΟΣ Η ΑΓΑΝΑΚΤΗΣΗ
Ο κυρ -Χρήστος, ο 75χρονος, συνταξιούχος της χωροφυλακής, μετά την περιπέτεια που είχε με τον “Χαμήλ Μπατάρ” (χαμηλή μπαταρία) στο κινητό του (και τη λαχτάρα που πέρασε νομίζοντας ότι ο “Χαμήλ Μπατάρ” ειναι Άραβας τρομοκράτης) απέκτησε νέες… κακές συνήθειες. Βρέθηκε μπλεγμένος με τους κωδικούς. Από την μια ο κωδικός που του έδωσε η τράπεζα για να παίρνει τη σύνταξή του απο το μηχάνημα και από την άλλη ο κωδικός απο το κινητό μαζί με τα παρελκόμενα (ΡΙΝ, ΡUK).
Στην αρχή έγραψε τους κωδικούς σε ένα χαρτί και το κουβαλούσε μέσα στο πορτοφόλι του μέχρις ότου του μπήκαν υποψίες ότι αν χάσει το πορτοφόλι θα χάσει και τα λεφτά απο την τράπεζα. Έτσι προσπάθησε να αποστηθίσει
τους αριθμούς των κωδικών. Αλλά εις μάτην. Τι να πρωτοθυμηθεί. Τον αριθμό του κινητού, τον τηλεφωνικό αριθμό του σπιτιού, τους κωδικούς για ενεργοποίηση του κινητού, ή τον κωδικό της κάρτας. Τέτοιο μπέρδεμα με τους αριθμούς δεν του ειχε ξανατύχει. Συνεχώς μπερδεύει τους κωδικούς με αποτέλεσμα κάθε λίγο και λιγάκι το μηχάνημα να του “ρουφάει” την κάρτα και το κινητό του να μπλοκάρει. Τη μια βάζει τον κωδικό της κάρτας στο κινητό και αντιστρόφως. Κάπως έτσι η ζωή του έγινε πιο δύσκολη. Δεν του έφθανε η μικρή σύνταξη, η ασυνεννοησία με τους νεότερους και μετά ήρθε και η τεχνολογία να του κάνει το βίο… αβίωτο. Τις προάλλες που κοιμήθηκε στο εξοχικό του γιού του ήταν το επισφράγισμα της αγανάκτησης. Σηκώθηκε τη νύχτα για να πάει στην τουαλέτα και ξαφνικά ακούστηκαν σειρήνες και αναμόσβυναν τα φωτα. “Χριστέ και Παναγιά μου”, είπε μέσα του. Μπήκαν κλέφτες. Ανησύχησε. Απόρησε. Ώσπου σηκώθηκε ο γιος του και σταμάτησε το συναγερμό αφού ειχε ξεχάσει να τον απενεργοποιήσει με τον κωδικό του.
-Ξέχασα τον κωδικό, πατέρα, συγγνώμη, του είπε με ένοχο ύφος ο γιος του.
-Τι κωδικός; Χρειάζεται κωδικός ακόμα και για να κάνω τη σωματική μου ανάγκη; του ανταποκρίθηκε με απορημένο ύφος ο κυρ Χρήστος. Νευρίασε. “Ας το,,, πιν σας, όλοι σας”, φώναξε με αγανάκτηση, κλείνοντας με δύναμη την πόρτα. Κι΄έφυγε μέσα στη νύχτα. Καληνύχτα κυρ Χρήστο… (απο το “Χορεύουν τα κόκκινα” – εκδόσεις Άγκυρα).